Language/Ancient-greek-to-1453/Grammar/Personal-pronouns

From Polyglot Club WIKI
Jump to navigation Jump to search
Rate this lesson:
5.00
(one vote)

Η σύνταξη των αντωνυμιών στα αρχαία ελληνικά.jpg

Personal pronouns - Προσωπικές αντωνυμίες

Ελληνικά English Français
Προσωπικές αντωνυμίες Personal pronouns  Pronoms personnels
Αντωνυμίες λέγονται οι κλιτές λέξεις

που χρησιμοποιούνται στο λόγο κυρίως

στη θέση ονομάτων, ουσιαστικών ή επιθέτων.

Les pronoms sont les mots fléchi,

utilisés dans le discours à la place

des noms, des pronoms ou des adjectifs,

permettant de ne pas les répéter.

Οι αντωνυμίες είναι εννέα ειδών:

1) προσωπικές, 2) δεικτικές,

3) οριστικές ή επαναληπτικές,

4) κτητικές, 5) αυτοπαθητικές,

6) αλληλοπαθητική, 7) ερωτηματικές,

8) αόριστες, 9) αναφορικές και συσχετικές

Classification :

Les pronoms sont de neuf types:

1) personnels, 2) démonstratifs,

3) définis ou répétitifs, 4) possessifs,

5)  pronom réfléchi, 6) pronom réciproque,

7) interrogatifs, 8) Indéfinis ,

9) relatifs simples et corrélatifs.

Προσωπικές λέγονται οι αντωνυμίες

που φανερώνουν τα τρία πρόσωπα του λόγου :

α΄ πρόσωπο είναι εκείνο που ενεργεί: ἐγώ

β΄πρόσωπο είναι εκείνο που του απευθυνόμαστε: ἐσύ

γ΄πρόσωπο είναι εκείνο για το οποίο γίνεται λόγος: 

αὐτός, ἐκεῖνος, κ.τ.λ.

Les pronoms personnels est la catégorie

par laquelle se construit la totalité

de la conjugaison du discours:

α΄ personne du singulier est le pronom

qu'emploie le locuteur pour se représenter

dans l’énoncé : ἐγώ (je)

β΄ personne représente son interlocuteur:

ἐσύ (tu)

γ΄ personne est celle en question

dont on parle: αὐτός (il) etc.

Ενικός αριθμός Singulier
Cas  α' πρόσωπο β' πρόσωπο γ' πρόσωπο
Ονομαστική ἐγὼ

(je)

σὺ  --
Γενική ἐμοῦ, μου σοῦ, σου

(tu ou toi)

(οὗ)*

(de soi)

Δοτική ἐμοί, μοι σοί, σοι οἷ, οἱ
Αιτιατική ἐμέ,με σέ, σε (ἕ)
κλητική οὗτος αὕτη --
Πληθυντικός αριθμός
Ονομαστική ἡμεῖς

(nous)

ὑμεῖς

(vous)

(σφεῖς)
Γενική ἡμῶν ὑμῶν (σφῶν)
Δοτική ἡμῖν ὑμῖν σφίσι(ν)
Αιτιατική ἡμᾶς ὑμᾶς (σφᾶς)
Cas  α' pers. β' pers. γ' pers.
Nom. ἐγὼ

(je)

σὺ  --
Gen. ἐμοῦ, μου σοῦ, σου

(tu ou toi)

(οὗ)*

(de soi, sui)

Dat. ἐμοί, μοι σοί, σοι οἷ, οἱ
Ac. ἐμέ,με σέ, σε (ἕ)
Voc. οὗτος αὕτη --
Πληθυντικός αριθμός
Ονομαστική ἡμεῖς

(nous)

ὑμεῖς

(vous)

 (σφεῖς)
Γενική ἡμῶν ὑμῶν (σφῶν)
Δοτική ἡμῖν ὑμῖν σφίσι(ν)
Αιτιατική ἡμᾶς ὑμᾶς (σφᾶς)
*· οὗ : γʹ ενικό πρόσωπο για

αρσενικό. και θηλυκό αντί αὑτοῦαὑτῆς

*οὗ : γʹ personne du singulier,

commune au masculin-féminin

à la place de αὑτοῦ (lui)αὑτῆς (elle)

Δυϊκός αριθμός –Duel Δυϊκός αριθμός –Duel
α΄πρόσωπο :

Ονομ. : νώ 

Γενική   νῷν 

Δοτική : νῷν. 

Αιτιατ. : νώ

α΄ personne:

Ονομ. : νώ 

Γενική   νῷν 

Δοτική : νῷν. 

Αιτιατ. : νώ

β΄ πρόσωπο :

Ονομ. : σφώ

Γενικ. : σφῷν

Δοτικ.: σφῷν

Αιτιατ. : σφώ

β΄ personne

Ονομ. : σφώ

Γενικ. : σφῷν

Δοτικ.: σφῷν

Αιτιατ. : σφώ

Η χρήση του τύπου συναντάται

μόνο στον πληθυντικό αριθμό.

L'utilisation de la formule duel

est uniquement au pluriel.

Formes concurrentes :

σεαυτοῦ ou σαυτοῦ

ἑαυτοῦ ou αὑτοῦ

(parfois même αὐτοῦ...). [ toi-même]

π.χ

Κερκυραῖοι σφῶν αὐτῶν τοὺς ἐχθροὺς δοκοῦντας εἶναι ἐφόνευον,…

(οι Κερκυραίοι σκότωναν οι ίδιοι με τα χέρια τους,

όσους συμπολίτες τους θεωρούσαν εχθρούς) 

Θουκυδίδου Ιστορίαι : Βιβλίο 3 Κεφαλαίο [81.4]

Par ex. :

Κερκυραῖοι σφῶν αὐτῶν τοὺς ἐχθροὺς δοκοῦντας εἶναι ἐφόνευον ,…

(les Corfiotes tuaient des leurs propres mains

leurs concitoyens car beaucoup d’eux étaient

considérés comme ennemis ).

Histoire de Thucydide: Livre 3 Chapitre [81.4]

Contributors

Maintenance script


Create a new Lesson