Τα ρήματα που έχουν χρονικό χαρακτήρα α , ε,ο συναιρούν το φωνήεν αυτό στον ενεστώτα και τον παρατατικό
με το ακόλουθο φωνήεν των καταλήξεων και γι΄αυτό λέγονται συνηρημένα.
π.χ αγαπάω – αγαπώ
The rules of vowel contraction operate in verbs when the ends in one of three short vowels: α, ε , ο.
In these cases, the final vowel of the stem contracts with the thematic vowel of –ω verbs. Verbs that exhibit these contractions are called contract verbs.
For example: αγαπάω - αγαπώ ( to love / aimer ).
Les verbes dits "contractes" sont des verbes dont le radical se termine par une voyelle brève : ε, α, ο.
Celle-ci se contracte avec la désinence.
Ainsi, le radical αγαπά- au contact de la désinence -ω- se contracte en αγαπώ
La contraction obéit à des règles euphoniques constantes.
La contraction modifie l'accentuation.
Το ρήμα αγαπάω - αγαπώ : I love / aimer στην ενεργητική φωνή
Οριστική / Indicative
Υποτακτική / Subjunctive
Προστακτική
Imperative
Απαρέμφατο
Infinitive
Ενεστώς
Present
αγαπάω / αγαπώ
να αγαπάω / να αγαπώ
-
-
Μετοχή Participle
αγαπώντας
αγαπάς
να αγαπάς
αγάπα / αγάπαγε
αγαπάει / αγαπά
να αγαπά / να αγαπάει
-
αγαπούμε / αγαπάμε
να αγαπούμε / να αγαπάμε
-
αγαπάτε
να αγαπάτε
αγαπάτε
αγαπούν / αγαπούνε / αγαπάν / αγαπάνε
να αγαπούν / να αγαπούνε / να αγαπάν / να αγαπάνε
-
Παρατατικός
Imparfait
αγαπούσα / αγάπαγα
-
-
-
αγαπούσες / αγάπαγες
-
-
αγαπούσε / αγάπαγε
-
-
αγαπούσαμε / αγαπάγαμε
-
-
αγαπούσατε / αγαπάγατε
-
-
αγαπούσαν / αγαπούσανε / αγαπάγανε / αγάπαγαν
-
-
Αόριστος / Simple past
αγάπησα
να αγαπήσω
-
αγαπήσει
αγάπησες
να αγαπήσεις
αγάπησε / αγάπα
αγάπησε
να αγαπήσει
-
αγαπήσαμε
να αγαπήσομε / να αγαπήσουμε
-
αγαπήσατε
να αγαπήσετε
αγαπήστε / αγαπήσατε
αγάπησαν / αγαπήσανε
να αγαπήσουν / να αγαπήσουνε
-
Παρακείμενος
Present perfect
έχω αγαπήσει
να έχω αγαπήσει
-
-
έχεις αγαπήσει
να έχεις αγαπήσει
-
έχει αγαπήσει
να έχει αγαπήσει
-
έχουμε αγαπήσει
να έχουμε αγαπήσει
-
έχετε αγαπήσει
να έχετε αγαπήσει
-
έχουν αγαπήσει
να έχουν αγαπήσει
-
Υπερσυντέλικος
Past perfect
είχα αγαπήσει
-
-
-
είχες αγαπήσει
-
-
είχε αγαπήσει
-
-
είχαμε αγαπήσει
-
-
είχατε αγαπήσει
-
-
είχαν αγαπήσει
-
-
Συντετελεσμένος μέλλων
Future perfect
θα έχω αγαπήσει
-
-
-
θα έχεις αγαπήσει
-
-
θα έχει αγαπήσει
-
-
θα έχουμε αγαπήσει
-
-
θα έχετε αγαπήσει
-
-
θα έχουν αγαπήσει
-
-
Εξακολουθητικός
Μέλλων
Future continuous
θα αγαπάω / θα αγαπώ
-
-
-
θα αγαπάς
-
-
θα αγαπά / θα αγαπάει
-
-
θα αγαπούμε / θα αγαπάμε
-
-
θα αγαπάτε
-
-
θα αγαπούν / θα αγαπούνε / θα αγαπάν / θα αγαπάνε
-
-
Συνοπτικός μέλλων /
Simple Future
θα αγαπήσω
-
-
-
θα αγαπήσεις
-
-
θα αγαπήσει
-
-
θα αγαπήσουμε
-
-
θα αγαπήσετε
-
-
θα αγαπήσουν / θα αγαπήσουνε
-
Ευγενική χορηγία που στοχεύει να βοηθήσει μαθητές ή μη, απανταχού της Γης, που επιδίδονται στην εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας!!!
Sponsorisé d'amabilité visant à aider des étudiants ou non, partout sur Terre, qui sont engagés sur l'apprentissage de la langue grecque !!!