Language/Modern-greek-1453/Grammar/Direct-and-indirect-speech
Ελληνικά | English | Français |
---|---|---|
Ευθύς και πλάγιος λόγος | Discours direct et indirect | |
Ο ευθύς λόγος μεταφέρει τον λόγο αυτούσιο, όπως λέγεται. | Le discours direct restitue les paroles comme elles ont été dites. | |
Πλάγιος λέγεται ο λόγος σύμφωνα με τον οποίο πληροφορούμαστε
τα λόγια κάποιου μέσω ενός άλλου προσώπου. Για τη μεταφορά του απαιτούνται διεργασίες αλλαγής των όρων της φράσης. |
Le discours indirect transforme les paroles en une proposition par le biais d'une autre personne. | |
Η μετατροπή απαιτεί τις ακόλουθες αλλαγές:
-Μετατροπή προσωπικών αντωνυμιών, συνδέσμων ανάλογα με το ποιος αναφέρει τις λέξεις. -Κρατάμε ή συμπληρώνουμε συνδέσμους για να αναπτύξουμε τις προτάσεις. -Χρησιμοποιούμε ρήματα όπως "ρωτώ", "απαντώ", "λέω ", "θέλω" κ.λπ. -Αλλάζουμε το πρόσωπο των ρημάτων από το πρώτο στο τρίτο. -Εάν είναι απαραίτητο, αλλάζουμε το χρόνο του ρήματος. |
Le discours exige les changements suivants :
- Modification des pronoms personnels, les déterminants possessifs en fonction de celui qui rapporte les paroles. - Ajout conjonctions pour joindre des phrases. - Utilisation de verbes comme "demander", "répondre", "dire", "vouloir" etc. - Les verbes passent de la première à la troisième personne. - Si nécessaire, le temps du verbe doit être changé - Plus de ponctuation (guillemets, point d'interrogation). - Transformation des pronoms personnels, des déterminants possessifs. - Concordance des temps si le verbe introducteur est au passé. | |
Ευθύς λόγος :
- Θα φύγω σε λίγο. - Γιατί; - Θυμήθηκα πως έχω κάποια δουλειά. - Εντάξει, τα λέμε άλλη φορά |
Ευθύς λόγος (style direct)
-Θα φύγω σε λίγο. -Γιατί; - Θυμήθηκα πως έχω κάποια δουλειά. - Εντάξει, τα λέμε άλλη φορά - Je pars bientôt - Pourquoi ? - Je me suis souvenu que j'avais un travail. - D'accord, revoyons ça. | |
Πλάγιος λόγος :
Ο Γιάννης τον ρώτησε γιατί φεύγει και εκείνος απάντησε πως έχει κάποια δουλειά. |
Style indirect :
Ο Γιάννης τον ρώτησε γιατί φεύγει. Εκείνος απάντησε πως έχει κάποια δουλειά. Jean lui a demandé pourquoi il part. Il a répondu qu'il avait un emploi. | |
Μετατροπή του πλάγιου λόγου σε ευθύ και το αντίστροφο | Transformations direct-indirect et vice-versa | |
Ενεστώτας ---- Ενεστώτας ή Παρατατικός :
π.χ. Δε φοβάται τίποτε Είπε πως δε φοβάται (ή δε φοβόταν) τίποτα. |
Ενεστώτας (présent) ---- Ενεστώτας ή Παρατατικός (présent ou imparfait) :
Par ex. : Δε φοβάται τίποτε (il n'a pas peur) Είπε πως δε φοβάται (ή δε φοβόταν) τίποτα. Il a dit qu'il n'a pas peur (ou il n’avait pas peur) de quoi que ce soit | |
Παρακείμενος --- Παρακείμενος ή Υπερσυντέλικος
π.χ : Εγώ έχω στείλει το γράμμα. Είπε πως αυτός έχει στείλει (ή είχε στείλει) το γράμμα. |
Παρακείμενος (passé composé ) --- Παρακείμενος ή Υπερσυντέλικος (passé composé ou plus-que-parfait )
Par ex. : Εγώ έχω στείλει το γράμμα ( c'est moi que j’ai envoyé la lettre) Έλεγε πως αυτός έχει στείλει (ή είχε στείλει) το γράμμα. Il a dit qu'il a envoyé (ou avait envoyé) la lettre. | |
Μέλλοντας --- Μέλλοντας ή θα + Παρατατικός
π.χ : Θα κρατήσει το λόγο του; Δεν ήταν βέβαιο αν θα κρατήσει (ή θα κρατούσε) το λόγο του. |
Μέλλοντας (futur) --- Μέλλοντας ή θα + Παρατατικός ( futur ou θα + imparfait )
Θα κρατήσει το λόγο του; (il tiendra parole ?) Δεν ήταν βέβαιο αν θα κρατήσει (ή θα κρατούσε) το λόγο του. Il n’était sûr qu’il tiendra parole ou tiendrait parole | |
Υποτακτική --- Υποτακτική ή Οριστική Παρατατικού
π.χ. Αν κλειστούν στη σπηλιά, θα τους πιάσουν οι αστυνομικοί. Έλεγε πως, αν κλειστούν (ή αν κλείνονταν) στη σπηλιά, θα τους πιάσουν (ή θα τους έπιαναν) οι αστυνομικοί. |
Υποτακτική (subjonctif) --- Υποτακτική ή Οριστική Παρατατικού (subjonctif ou imparfait )
par ex. : Αν κλειστούν στη σπηλιά, θα τους πιάσουν οι αστυνομικοί. (S'ils sont enfermés dans la grotte, la police les rattrapera ). Έλεγε πως, αν κλειστούν (ή αν κλείνονταν) στη σπηλιά, θα τους πιάσουν (ή θα τους έπιαναν) οι αστυνομικοί. Il disait que s'ils étaient enfermés dans la grotte, la police les attraperait (ou les attraperait). | |
Προστακτική ---- Υποτακτική :
π.χ :Φύγε Την παρακίνησε να φύγει. |
Προστακτική (impératif)---- Υποτακτική (subjonctif ):
Par ex. : Φύγε (pars) Την παρακίνησε να φύγει. (Il l'a persuadé de partir) |