Difference between revisions of "Language/Modern-greek-1453/Grammar/Verbes-auxiliaires"
Line 255: | Line 255: | ||
| | | | ||
|- | |- | ||
|*** Les | |*** Les indicatifs ayant des étoiles sont formés en deux types ! | ||
Attention au troixième personne du singulier et du pluriel. | Attention au troixième personne du singulier et du pluriel du verbe " '''είμαι''' " | ||
( être ) . | |||
Vous comprenez la personne par du contexte de la phrase. | Vous comprenez la personne par du contexte de la phrase. | ||
Le verbe " | '''Le verbe " είμαι " ( être ) est à la forme passif.''' | ||
| | | | ||
| | | | ||
| | | | ||
|} | |} |
Revision as of 20:23, 11 August 2018
Τα βοηθητικά ρήματα (Les verbes auxiliaires )
Στη νέα ελληνική γλώσσα τα ρήματα: είμαι και έχω ονομάζονται βοηθητικά,
επειδή μπορούν να συνδυαστούν με τα υπόλοιπα ρήματα βοηθώντας στον σχηματισμό τους. Πιο συγκεκριμένα, η οριστική ενεστώτα, παρατατικού και μέλλοντα του ρ. έχω μαζί με το απαρέμφατο κάποιου ρήματος σχηματίζει τον παρακείμενο, τον υπερσυντέλικο και τον συντελεσμένο μέλλοντα της ενεργητικής ή παθητικής φωνής του ρήματος αυτού. Στη νεοελληνική γλώσσα τα βοηθητικά ρήματα : είμαι (être ) και έχω (avoir ) δεν κλίνονται σε όλους τους χρόνους. Συνήθως τους λείπουν οι συνοπτικοί τύποι. Τα μόρια να, όταν, για να , με βοηθούν στο σχηματισμό της Υποτακτικής να έχω, να έχεις κλπ. Η Υποτακτική Παθητικής φωνής σχηματίζεται με τη βοήθεια των ίδιων μορίων : να, όταν, για να με το βοηθητικό έχω : να έχανα, να έχανες κλπ. |
|
|
Η κλίση του ρήματος έχω
( la conjugaison du verbe : έχω ( avoir ) |
υποτακτική
( subjonctif ) |
προστακτική
( Impératif ) |
μετοχή
( participe ) | ||
---|---|---|---|---|---|
οριστική ( indicatif présent ) | |||||
έχω
έχεις έχει έχουμε έχετε έχουν(ε) |
να έχω
να έχεις να έχει να έχουμε να έχετε να έχουν(ε) |
έχε
έχετε |
έχοντας | ||
Παρατατικός ( Imparfait ) | υποτακτική
( subjonctif ) |
||||
είχα
είχες είχε είχαμε είχατε είχαν(ε) |
|
||||
Εξακολουθητικός Μέλλοντας
( Futur antérieur ) |
|||||
|
Η κλίση του ρήματος είμαι ( la conjugaison du verbe : être )
οριστική ( indicatif présent ) | υποτακτική ***
( subjonctif ) |
προστακτική
( Impératif ) |
μετοχή
( participe ) | ||
---|---|---|---|---|---|
είμαι
είσαι είναι είμαστε είστε/είσαστε είναι |
|
όντας | |||
Παρατατικός και Αόριστος
( Imparfait et Passé composé ) |
υποτακτική ***
( subjonctif ) |
||||
ήμουν (α)
ήσουν (α) ήταν (ε) ήμασταν (στε) ήσασταν (στε) ήταν (ε) |
|
||||
Εξακολουθητικός Μέλλοντας ***
( Futur antérieur ) |
|||||
|
|||||
*** Les indicatifs ayant des étoiles sont formés en deux types !
Attention au troixième personne du singulier et du pluriel du verbe " είμαι " ( être ) . Vous comprenez la personne par du contexte de la phrase. Le verbe " είμαι " ( être ) est à la forme passif. |